Σάββατο 7 Μαρτίου 2015

Η Ευρώπη και το μέλλον μας (Γράμμα από μία φίλη)

... Μόλις γύρισα από το Βερολίνο. Μας βλέπουν και μας λυπούνται... όσοι δεν θέλουν να μας δείρουν...

Απίθανοι είναι πάντως. Είναι τόσο αντι-καταναλωτές και λιτοί που αν κοιτάξεις (μόνο) πως είναι ντυμένοι θα νομίζεις ότι είναι αυτοί που δανείζονται από εμάς και όχι εμείς από αυτούς!

...Ήμουν σε γεύμα με πρώην ΥΠΕΞ της Γαλλίας, νυν Ευρωβουλευτές και Γερμανούς πολιτικούς και ακαδημαϊκούς και πρόσφεραν μόνο νερό (!) ούτε καν αναψυκτικό. Έτσι είναι οι Γερμανοί. Προτίμησαν να φέρουν 50 άτομα από την Ευρώπη αλλά να κόψουν τα πολλά πολλά στα γεύματα. Ενώ εμείς θα κάναμε τραπέζια πολυτελή στους 2-3 'δικούς μας'.... Άλλος κόσμος...

Πολύ φοβάμαι, Κώστα, ότι τα αστεία τελείωσαν και σύντομα η πατρίδα θα γονατίσει μπροστά στη φάρα των μεταλλαγμένων Φωτοπουλων της ΔΕΗ και των αριστερομπρουρδοφιλελευθερων ό,τι να 'ναι "Γιανηδων"..

Ευχές στο κοριτσάκι.

ΥΓ. Δες και το κείμενο του Κούρτοβικ που ακολουθεί:



Η Μπλανς Ντιμπουά στο Eurogroup

Δημοσθένης Κούρτοβικ - ΤΟ ΒΗΜΑ - 14/3/2015

Τη δεκαετία του 1990, τότε που άρχισε να κορυφώνεται το πανηγύρι τής επί πιστώσει ευδαιμονίας μας, η Μαλβίνα Κάραλη συνόψιζε εύστοχα την ψυχολογία του Ελληνα της Μεταπολίτευσης: «Δεν θέλω αλήθεια, μαγεία θέλω». Είναι μια φράση της Μπλανς Ντιμπουά από το «Λεωφορείον ο Πόθος». Η Μαλβίνα βέβαια, όπως και η Μπλανς, αναφερόταν στον εαυτό της και χωρίς ειρωνεία. Εξέφραζε, όπως και η ηρωίδα του Τενεσί Ουίλιαμς, μια προσωπική βιοθεωρία. Αλλά και αυτό είναι ενδεικτικό, με δεδομένο μάλιστα τον παραδειγματικό χαρακτήρα που έδινε στις ατάκες της Μαλβίνας η μεγάλη δημοτικότητά της.

Η απόφαση του όψιμου Νεοέλληνα να γυρίσει την πλάτη στην αλήθεια και να ζήσει με τα παραισθησιογόνα της μαγείας μεταφραζόταν στο εξής ζήτημα για τα κόμματα που ήθελαν την ψήφο του για να τον κυβερνήσουν: πώς να βρεθεί ένα αφήγημα που να συνεπαίρνει τα πλήθη, αλλά χωρίς να τους ζητάει προσπάθειες για την εφαρμογή του, χωρίς δηλαδή να είναι διαπερατό από την πραγματικότητα. Και η πραγματικότητα ήταν το πλέγμα σχέσεων κράτους και κοινωνίας που λειτουργούσε σαν ωρολογιακή βόμβα στα θεμέλια της οικονομίας της χώρας.

Η εξίσωση ήταν ομολογουμένως δύσκολη. Αλλά τα κόμματα κατάφερναν να τη λύνουν για κάθε καινούργια μεταβλητή που έφερναν οι αλλαγές συγκυρίας, εν μέρει χάρη στην επινοητικότητα των ηγεσιών τους, κυρίως όμως χάρη σε ένα ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον, που μπορούσε να χρηματοδοτεί τη φυγή από την πραγματικότητα. Ζήσαμε, έτσι, μια αλληλουχία από κύματα μαγείας: τις επαναστατικές ονειρώξεις της δεκαετίας του '80, το εθνικιστικό παραλήρημα της δεκαετίας του '90, τη μέθη του lifestyle, στην οποία ήρθε να προστεθεί ένα καινούργιο εθνικιστικό παραλήρημα, τώρα με εθνοφυλετικά στοιχεία, πυροδοτημένο από το Euro του 2004 και τα ολυμπιακά μετάλλια της μαγικής ντόπας. Στο μεταξύ τα θεμέλια της χώρας έτριζαν, ο φτενός και στάσιμος παραγωγικός ιστός της ξέφτιζε, εμείς όμως ήμασταν βέβαιοι για το αντίθετο, αφού βλέπαμε την καμπύλη του ΑΕΠ να ανηφορίζει και τα Πόρσε Καγιέν να γίνονται εφικτό όνειρο για τους αγρότες της Θεσσαλίας.

Παρότι δεν χρειαζόταν να είναι κανείς οικονομολόγος για να προβλέψει την κατάρρευση και πολύ περισσότερο για να καταλάβει εκ των υστέρων τις αιτίες της, οι περισσότεροι Ελληνες εξακολουθούν, έπειτα από πέντε χρόνια χρεοκοπίας, να θεωρούν ότι αυτό που πάθαμε ήταν κάτι αφύσικο και εξωγενές, ένας διαβολικός ιός που μας φύτεψαν σκοτεινοί κύκλοι. Γιατί η νοοτροπία τού «δεν θέλω αλήθεια, θέλω μαγεία» είναι βασικό συστατικό της μεταπολιτευτικής κουλτούρας μας και κλονίζεται δυσκολότερα από ό,τι το επίπεδο κατανάλωσης.

Οπότε έπρεπε να βρεθεί ένα καινούργιο αφήγημα για να την υπηρετήσει. Δηλαδή, για να πλασαριστεί ξανά η αδράνεια ως έφοδος στα άστρα, για να αποφευχθούν μεταρρυθμίσεις που θα έστηναν τη χώρα σε γερά πόδια. Τα κόμματα που διαχειρίστηκαν την κρίση τα πρώτα πέντε χρόνια δεν μπορούσαν, για ευνόητους λόγους, να προμηθεύσουν αυτό το αφήγημα. Το έφτιαξαν στο πι και φι τα νεότευκτα «αντισυστημικά» κόμματα και ήταν ένα αμάλγαμα από όλα τα υλικά του παρελθόντος: θεωρίες διεθνούς συνωμοσίας, αριστερίστικος βολονταρισμός, μικρομέγαλες φαντασιώσεις με την Ελλάδα να πρωτοστατεί, τώρα σε ένα κίνημα για την παγκόσμια ή τουλάχιστον την πανευρωπαϊκή αντικαπιταλιστική ανατροπή.

Το αφήγημα περπάτησε καλά για δυο-τρία χρόνια. Ωσπου σκόνταψε κάτω από το βάρος της επιτυχίας του, δηλαδή της πλατιάς αποδοχής που το έφερε στην εξουσία. Οταν η καπιταλιστική Ευρώπη αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει την ανατροπή της, το κυβερνητικό δίδυμο ΣΥΡΙΖΑ - ΑΝΕΛ ανακάλυψε μια άλλη αρχή της Μπλανς Ντιμπουά: «Βασίζομαι στην καλοσύνη των ξένων». Εδώ μάλιστα με όρους.


[Για την αντιγραφή - Με εκτίμηση, Κάπα]